07/07/2010 – Α. Λοβέρδος: «Ο Γιώργος Παπανδρέου θα βγάλει τη χώρα από το λαγούµι που βρίσκεται, θα την επαναφέρει στο δρόµο της ευηµερίας»

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ
Με τον Δημήτρη Μαρούλη

 

 

«Είµαι µέλος της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου, γιατί πιστεύω -και σας το λέω ειλικρινά αυτό- ότι ο Γιώργος Παπανδρέου θα βγάλει τη χώρα από το λαγούµι που βρίσκεται αυτή τη στιγµή, θα την επαναφέρει στο δρόµο της ευηµερίας. Γι’ αυτό παλεύουµε µαζί του, να ανατάξουµε τη χώρα και να επαναφέρουµε τον Έλληνα πολίτη στην ευηµερία», υποστήριξε ο υπουργός Εργασίας Ανδρέας Λοβέρδος, κατά τη διάρκεια της συζήτησης – επί της αρχής- του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου στην Ολομέλεια της Βουλής.

 

«Διαγράφουμε μια περίοδο μεταπολιτευτικής ευδαιμονίας και εξασφαλίζουμε τους συνταξιούχους και την επόμενη γενιά, προσπαθώντας ταυτόχρονα να επαναφέρουμε την Ελλάδα στο δρόμο της ανάπτυξης, της αξιοπιστίας και της ευδαιμονίας», τόνισε ο κ. Λοβέρδος, ισχυριζόμενος, παράλληλα, ότι με την ασφαλιστική μεταρρύθμιση η κυβέρνηση «ανατρέπει ένα νοσηρό κλίμα δεκαετιών, χωρίς να υπολογίζει την έννοια του πολιτικού κόστους».

 

Απευθυνόμενος στη ΝΔ, ο υπουργός χαρακτήρισε λανθασμένο τον  διλημματικό τόνο που επιλέγει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε σχέση με το μνημόνιο, το οποίο «αποτελεί απόπειρα εθνικού συμβιβασμού σωτηρίας» και έκανε λόγο για αντίφαση από την απόφαση του αρχηγού της ΝΔ να μην ψηφίσει το μνημόνιο, όταν σε επίπεδο Λαϊκού Κόμματος προέτρεπε τους συναδέλφους του να στηρίξουν την Ελλάδα, και ο ίδιος καταψήφιζε τον μηχανισμό στήριξης της χώρας.

 

Ο Α. Λοβέρδος στηλίτευσε επίσης τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ, χαρακτηρίζοντας ως «πολιτικό σαλταδορισμό» την προτροπή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να μην υπογράψει το προεδρικό διάταγμα για τα μέτρα του μνημονίου, ενώ, ταυτόχρονα, κατηγόρησε τον Αλέξη Τσίπρα ότι υπερασπιζόμενος το σημερινό καταρρέον σύστημα ως δήθεν αναδιανεμητικό, αβαντάρει τους μεγαλοσυνταξιούχους «που είναι µεγαλοσυνταξιούχοι κατά βάση, λόγω των πελατειακών σχέσεων που ανέπτυξαν κατά καιρούς µε την πολιτική εξουσία στη χώρα».

 

«Αν περπατήσουν τα μέτρα θα είμαστε σε θέση να άρουμε σκληρές, άδικες και δραματικές αποφάσεις που έχουμε λάβει», δήλωσε, σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο υπουργός Εργασίας, παραδεχόμενος ωστόσο πως στη διαπραγμάτευση με την Τρόικα «το ζήτηµα µίας απότοµης προσαρµογής στα όρια ηλικίας και την περικοπή της 13ης και 14ης σύνταξης δεν τα προτείναμε, τα δεχτήκαμε στο πλαίσιο του συμβιβασμού».

 

«Πήραµε αποφάσεις που δεν έπαιρνε η χώρα επί τριάντα χρόνια, σε χρόνο πολύ περιορισµένο», υπογράμμισε ο κ. Λοβέρδος, εκτιμώντας πως «είµαστε σε σίγουρο δρόµο. Οι πολιτικές µας µπορούν να δώσουν θετικά αποτελέσµατα πολύ νωρίτερα», ενώ, καταλήγοντας, αναφέρθηκε και στην εικόνα που διαμορφώθηκε στα Μ.Μ.Ε., σε βάρος της ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας: «Τηλεοπτικά εδώ ήµασταν κάποιοι άνθρωποι κακοί, οι οποίοι θέλαµε το κακό του κόσµου χωρίς κανέναν λόγο, έτσι, γιατί είµαστε φίλοι των καπιταλιστών ή διότι είµαστε πρόχειροι. Ο καθένας και κάτι έλεγε. Εµείς όµως δουλεύαµε και καταφέραµε να φέρουµε εδώ µία πρόταση η οποία συνοδεύεται από µελέτες που πιστοποιούν την επάρκεια των µέτρων».

 

Το πλήρες κείμενο της τοποθέτησης του κ. Λοβέρδου στην Ολομέλεια της Βουλής, έχει ως εξής:

 

«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχω τη µεγάλη τιµή να παρουσιάζω µια πολύ σηµαντική διαρθρωτική αλλαγή, την αλλαγή του ασφαλιστικού.

 

Θέλω να θυµίσω κυρίως στους συναδέλφους της ∆ιαρκούς Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων ότι όταν το Νοέµβριο ξεκινούσε ο κοινωνικός διάλογος για το ασφαλιστικό, είπαµε ότι τον Ιούνιο θα είµαστε στη Βουλή. Και τον Ιούνιο ήµασταν στη Βουλή στη ∆ιαρκή Επιτροπή, και σήµερα αρχές Ιουλίου είµαστε στην Ολοµέλεια για να ψηφίσουµε το σχέδιο νόµου για αυτήν τη διαρθρωτική αλλαγή, την οποία το ΠΑΣΟΚ είχε υποσχεθεί στο πρό- γραµµά του και µε το οποίο ζήτησε την ψήφο του ελληνικού λαού και το 2007 και το 2009.

 

 

Και ταυτοχρόνως, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, είµαστε εδώ, για να καταφέρουµε ένα αποφασιστικό χτύπηµα στη θλιβερή µεταπολιτευτική αδυναµία του πολιτικού µας συστήµατος, να δια- πιστώνει σχεδόν από κοινού τα µεγάλα προβλήµατα της χώρας, αλλά να αρνείται εν τέλει να τα λύσει. ∆ιαγράφουµε µια περίοδο µεταπολιτευτικής ευδαιµονίας, που πολύ σωστά αποδόθηκε ως ο άνθρωπος που µε το ένα χέρι υψωµένο σε γροθιά διεκδικεί και µε το άλλο χέρι απλωµένο για δανεικά επαιτεί, για να µπορέσει να συµπληρώσει τα απαιτούµενα της τεχνητής του ευδαιµονίας.

 

 

Τέλος, λοιπόν, µε αυτήν την περίοδο. Θα δούµε την κατάσταση έτσι όπως ακριβώς είναι και θα πάρουµε τις αποφάσεις που χρειάζονται οι πολίτες και η χώρα.

 

 

Ταυτοχρόνως, θα εξασφαλίσουµε ανθρώπους που έχουν θεµελιώσει δικαιώµατα. ∆εν θα τους απειλήσουµε, δεν θα ανατρέψουµε την έννοια της θεµελίωσης δικαιώµατος. Επειδή χθες µε την κ. ∆ιαµαντοπούλου είχα µια µακρά συζήτηση, επικαλούµαι παράδειγµα από το χώρο της, ενώ σε άλλες περιπτώσεις έχω χρησιµοποιήσει παραδείγµατα από πλείονες άλλους χώρους. Μια δασκάλα, λοιπόν, η οποία φοβάται για την τύχη της και εν όψει αυτού του σχεδίου θέλει να παραιτηθεί, ενώ έχει θεµελιώσει δικαίωµα το 2010, ο νόµος της κατοχυρώνει το δικαίωµα αυτό -είναι ο ν.3845 που ψηφίσαµε το Μάιο- και της επιτρέπει όποτε θελήσει να ασκήσει αυτό της το δικαίωµα, να το ασκήσει. Αυτή η δυνατότητα, προφανώς, και δεν ανατρέπεται από το παρόν σχέδιο νόµου.

 

 

Απευθύνοµαι στον αγαπητό συνάδελφο κ. Ντινόπουλο που έφερε αντίστοιχο παράδειγµα µε καθηγήτρια χθες και του λέω πως όφειλε να έχει απαντήσει σ’ αυτήν την καθηγήτρια, καθησυχάζοντάς την, ότι αφού θεµελίωσε το δικαίωµά της, η ελληνική έννοµη τάξη, ως µια ευρωπαϊκή έννοµη τάξη, προφανώς και το κατοχυρώνει. Τα υπόλοιπα είναι είτε δηµαγωγίες, είτε διασπορά ανησυχιών, είτε κουτοπονηριές, τις οποίες κουτοπονηριές τις ακούµε πολύ συχνά από τα τηλεοπτικά µέσα ενηµέρωσης που προκαλούν τον πανικό και όσες φορές και αν µπορέσαµε και εγώ και ο Υφυπουργός κ. Κουτρουµάνης να απαντήσουµε, δεν φθάνουµε να σβήνουµε φωτιές που κάθε µέρα ο οποιοσδήποτε ανάβει µε ανεύθυνες παραινέσεις προς τους πολίτες.

 

 

Ανατρέπουµε, λοιπόν, ένα νοσηρό κλίµα δεκαετιών, φέρνοντας ενώπιόν σας, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, τη µεγάλη διαρθρωτική αλλαγή του ασφαλιστικού, χωρίς να υπολογίζουµε την έννοια του πολιτικού κόστους. Πρέπει να τελειώνουµε πια µε αυτήν την άθλια έννοια της Μεταπολίτευσης. Όταν η πατρίδα σου κάτι χρειάζεται, θα το κάνεις και εάν είναι να υποστείς πολιτικό κόστος, θα το υποστείς γι’ αυτό είσαι πολιτικός, για να πά- ρεις τις κρίσιµες αποφάσεις.

 

 

∆εύτερον, επισηµαίνουµε επ’ αυτού του προβληµατισµού που µπορεί κάποιοι συνάδελφοι να έχουν, ότι τώρα, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, διαπιστώνεται ότι σε οριζόντιο κοµµατικό επίπεδο σφυρηλατείται µια νέα σχέση των πολιτικών µε τους πολίτες. Οι πολίτες -και αυτό αποδεικνύεται στις πιο δύσκολες στιγµές αυτής της κρίσιµης φάσης- εµπιστεύονται τους πολιτικούς που θέλουν να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά, προκειµένου να επιστρέψει η πατρίδα στο δρόµο της αξιοπιστίας και της ευηµερίας και οι πολίτες να ξαναβρούν την ησυχία τους, να επιστρέψουν αυτοί και οι οικογένειές τους στο δρόµο της ευηµερίας. Αυτήν τη νέα σχέση που σφυρηλατείται ανάµεσα στους πολίτες και στους πολιτικούς, εµείς ως Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έχουµε την ευκαιρία περισσότερο από τις άλλες πολιτικές δυνάµεις να τη νοιώθουµε στην πράξη. Αυτήν τη διαµόρφωση της νέας πολιτικής ενότητας τη νιώθουµε στην πράξη και, αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, σας διαβεβαιώνουµε γι’ αυτό.

 

 

Και όµως, παρ’ ότι οι καιροί απαιτούν σκληρές επιλογές, αποδείξαµε ότι αυτές τις σκληρές επιλογές δεν τις κάνουµε αποµονωµένοι, δηλαδή εµείς και τα προβλήµατα, τις κάνουµε µέσα από τον κοινωνικό και τον πολιτικό διάλογο. Υπήρξε διάλογος ειδικών επιστηµόνων που όρισαν το Υπουργείο και οι αρµόδιοι κοινωνικοί φορείς, που διεξήχθη επί περίπου τρεις µήνες και θέλω να ευχαριστήσω όλα τα µέλη αυτής της επιτροπής στο όνοµα του Προέδρου τους, του Καθηγητή του Ασφαλιστικού ∆ικαίου κ. Στεργίου, για τη δουλειά που έκαναν. ∆εν αντιγράψαµε τη δουλειά τους, αντλήσαµε ενδιαφέροντα στοιχεία και κατά τούτο τους ευχαριστούµε. ∆εν περιµέναµε να ταυτιστούµε µε την επιστήµη ή µε ορισµένους τεχνικούς. ∆εν κρυβόµαστε πίσω από την επιστήµη. Το ΠΑΣΟΚ είναι πολιτικός οργανισµός και µάλιστα πολύ ζωντανός, σέβεται όµως τη γνώµη και της επιστήµης και της τεχνικής και πήραµε πράγµατα από τις εισηγήσεις των ειδικών, χωρίς να ταυτιζόµαστε σε όλα τα επίπεδα.

 

 

Επίσης, πήραµε πάρα πολλά πράγµατα από τον πολιτικό διάλογο, που επί µέρες γίνεται στην Εθνική Αντιπροσωπεία σε πολλά επίπεδά της. Πρώτα απ’ όλα, στο επίπεδο της Κοινοβουλευτικής µας Οµάδας, δεύτερον, στο επίπεδο της ∆ιαρκούς Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων, η οποία δούλεψε όλο αυτό το επτάµηνο, από  το  Νοέµβριο  µέχρι  σήµερα.

Ενηµερώναµε  την αρµόδια ∆ιαρκή Επιτροπή της Βουλής, κύριε Πρόεδρε, για την πορεία του κοινωνικού διαλόγου, για τις πτυχές του προβλήµατος, όπως αυτό είχε αναδειχθεί, και είναι πολύ σηµαντική η πρότασή σας. Και αυτό θα το προσθέσουµε στις ρυθµίσεις του παρόντος σχεδίου νόµου, ότι ανά εξάµηνο ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης οφείλει να ενηµερώνει την Εθνική Αντιπροσωπεία για την πορεία των φορέων κοινωνικής ασφάλισης.

 

 

Απ’ όλη αυτή τη διεργασία όλοι βγήκαµε κερδισµένοι. Όπως είπε ο συνάδελφος κ. Πρωτόπαπας, ενσωµατώθηκαν προτάσεις στην παρούσα νοµοθετική πρωτοβουλία, η οποία σε καµµία περίπτωση δεν πάσχει από θέµατα συνταγµατικότητας. Χθες ήµασταν ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της παράταξης, ο κ. Παπουτσής, ο ειδικός µας αγορητής γι’ αυτό το θέµα, ο κ. Ρόβλιας, αλλά και εγώ αρκετά σαφείς και καθαροί στα θέµατα της συνταγµατικότητας και της νοµιµότητας. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είµαστε εδώ, για να εξηγήσουµε και στη χθεσινή και στη σηµερινή και στην αυριανή συζήτηση οτιδήποτε έχει µείνει ακόµη εκκρεµές και εννοείται από κάποιο συνάδελφο ως εύλογο ερώτηµα, ως απορία, ως αιτίαση ή ακόµη και ως µοµφή.

 

 

Επιτρέψτε µου, όµως, δυο-τρεις ακόµη σειρές µε πολιτικές παρατηρήσεις, που δεν αφορούν την Κυβέρνηση και τις πρωτοβουλίες µας, αλλά τις άλλες πολιτικές δυνάµεις.

 

 

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, θα µε θυµάστε από την αρχή αυτής της Συνόδου της Βουλής. Εγώ δεν ασχολούµαι µε την προηγούµενη διακυβέρνηση, ούτε µε τις άλλες πολιτικές δυνάµεις. Όποιος πατάει γερά στα πόδια του και ξέρει τι χρειάζονται η πατρίδα και οι πολίτες, λέει αυτό που πρέπει να κάνει, δεν κρύβεται πίσω από τα προβλήµατα των άλλων. Έχω, όµως, δυο πολιτικές αιτιάσεις. Η µία είναι προς τη Νέα ∆ηµοκρατία και η άλλη προς την Αριστερά.

 

 

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές της Νέας ∆ηµοκρατίας, εδώ και κάποιες εβδοµάδες αναπτύσσετε ένα λόγο διληµµατικό σε σχέση µε το µνηµόνιο. Θα µπορούσα να πω ότι «µνηµονιολογείτε» υπό την έννοια ότι προσπαθείτε να παρουσιάσετε τα πράγµατα δι- ληµµατικά, άσπρο ή µαύρο, και δεν έχετε δίκιο. Το µνηµόνιο είναι µία απόπειρα ενός εθνικού συµβιβασµού σωτηρίας και για να το υπερβούµε, πρέπει να το εφαρµόσουµε. Η έπαρση ότι θα το συµφωνούσατε καλύτερο δεν πατά στα πόδια της. Μέχρι πριν από οκτώ µήνες ήσασταν κυβέρνηση και δεν τα πήγατε καλά. Η έπαρση ότι κατά την εφαρµογή του θα ήσασταν καλύτεροι είναι τουλάχιστον αναπόδεικτη. Και ας µείνω εκεί.

 

Ωστόσο, είναι αντιφατικό ο Αρχηγός σας, στο πλαίσιο του Λαϊκού Κόµµατος, να προσπαθεί να πείσει τα Κοινοβούλια των άλλων κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να στηρίξουν την Ελλάδα και ο ίδιος το µηχανισµό στήριξης της Ελλάδας να τον καταψηφίζει. Αυτό είναι αντίφαση, όπως αντίφαση είναι να είστε µαζί µε την Αριστερά σε ένα µετερίζι υποτιθέµενο αντιµνηµονιακό και να λέτε ότι όταν θα κατακτήσετε τη λαϊκή πλειοψηφία, δεν θα το καταγγείλετε. ∆εν νοµίζω ότι µε αυτού του είδους τις δολιχοδροµίες υπάρχει άνθρωπος που µπορεί να σας πιστέψει.

 

 

Εγώ σέβοµαι και τις δώδεκα προτάσεις σας. Στον κ. Βρούτση, στη ∆ιαρκή Επιτροπή, είχα πει ότι περίπου επτά ή οκτώ απ’ αυτές τις έχουµε και εµείς και συµφωνούµε.

 

 

Επίσης, σέβοµαι και την αγωνία που διατυπώνουν ο εκπρόσωπός σας, αλλά και οι Βουλευτές σας. Εµείς στη ∆ιαρκή Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων το ξέρουµε και συγκροτείτε εν πάση περιπτώσει ένα λόγο ευθύνης σε κάποια βάση του. ∆εν θα µπορούσα, όµως, να πω το ίδιο και για την Αριστερά.

 

 

Κυρίες και κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, απευθύνοµαι σε εσάς. Είναι δυνατόν να χαρακτηρίζει ο Πρόεδρός σας, ο αξιότιµος κ. Τσίπρας, το παρόν σύστηµα για το ασφαλιστικό που κατέρρευσε, που το 2009 δεν είχε να πληρώσει συντάξεις τεσσάρων µηνών, αναδιανεµητικό; Αυτός είναι λόγος αριστερός; Αναδιανοµή είναι η αναδιανοµή του πλούτου υπέρ των φτωχότερων. Το παρόν σύστηµα τους αγγίζει τους χαµηλοσυνταξιούχους, για να αβαντάρει τους µεγαλοσυνταξιούχους που είναι µεγαλοσυνταξιούχοι κατά βάση, λόγω των πελατειακών σχέσεων που ανέπτυξαν κατά καιρούς µε την πολιτική εξουσία στη χώρα. Αυτούς θέλετε να συνεχίσουµε να ευνοούµε, ως χώρα; Είναι αναδιανεµητικό –σοβαρολογείτε- το παρόν σύστηµα;

 

 

Αµύνεστε ενός συστήµατος που κατέρρευσε το 2009, που αν δεν είχαµε παρέµβει το 2010 θα είχε µεγαλύτερες αδυναµίες σε ό,τι αφορά την καταβολή των συντάξεων και το 2015 δεν θα είχαµε σύστηµα στην Ελλάδα. Τι είναι αυτό; Πρέπει να το δείτε το θέµα. Και δεν µπορείτε να απεκδύεστε των ευθυνών σας, µέσα από την αναφορά σας στην ανάγκη να περισταλεί η εισφοροδιαφυγή και να περισταλεί η σπατάλη για το φάρµακο. Γιατί αυτά δεν φτάνουν.

 

 

Είκοσι κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που άλλαξαν τα ασφαλιστικά τους συστήµατα είχαν ορθολογικότερες µορφές δαπανών και όµως τα άλλαξαν, γιατί το πρόβληµα είναι πολύ πιο σοβαρό, αγαπητοί συνάδελφοι της Αριστεράς.

 

 

Εµείς έχουµε το Μάϊο –καταλήξαµε αγαπητοί συνάδελφοι- µείωση της δαπάνης για τα φάρµακα κατά τις συνταγές του ΙΚΑ 8,7%. Πρωτοφανής µείωση. Πρωτοφανής ήταν και η µείωση του Απριλίου του 1,5%, διότι επί δέκα χρόνια αυξανόταν η φαρµακευτική δαπάνη. Αλλά το Μάιο είχαµε ραγδαία βελτίωση και ακόµη δεν έχουν εφαρµοστεί στην πράξη τα µέτρα της κ. Κατσέλη.

 

 

Τον Ιούνιο που το φάρµακο µειώθηκε και στη λιανική, θα δώσουµε στους Έλληνες πολίτες µια πάρα πολύ καλύτερη κατάσταση. Και έχουµε και αύξηση των εσόδων από εισφορές. Παρ’ όλη την ύφεση, λύσαµε το πρόβληµα; Όποιος το λέει αυτό, στρίβειν διά του συµµαζέµατος της σπατάλης. Αυτή είναι η πολιτική του. ∆εν αντιµετωπίζει το πρόβληµα όπως έχει. ∆εν αντιµετωπίζει το πρόβληµα που σχετίζεται σε προβλήµατα αντικειµενικά. Ο κ. Σιούφας αναφέρθηκε σε αυτά. Πολλοί εκ των εισηγητών του ΠΑΣΟΚ αναφέρθηκαν σε αυτά. Σηµειωτέον, λέγατε ότι δεν θα έχουµε Βουλευτές να υποστηρίξουν το σχέδιο νόµου µας. Εβδοµήντα αγορητές του ΠΑΣΟΚ κατεγράφησαν στον κατάλογο  και µόλις τριάντα εννέα της Νέας ∆ηµοκρατίας. Πολλά λέγατε πριν έρθουµε σε αυτήν την Αίθουσα. Καµµία σηµασία δεν είχαν, όπως αποδείχθηκε. Ποιο είναι, όµως, το ενδιαφέρον όλων µας, πέραν κοµµάτων; Ότι έχουµε πρόβληµα σε ό,τι αφορά τα δηµογραφικά δεδοµένα της χώρας.

 

 

Θα καταθέσω µια σχετική µελέτη που έχει συµπεριληφθεί στη στατιστική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σχετικά µε τη γήρανση του πληθυσµού και µε το συνοδευτικό φαινόµενο της αύξησης του προσδόκιµου, ευτυχώς. Αυτό παράγει νέα σχέση εργαζοµένων -ασφαλισµένων. Από το 4 προς 1 -τέσσερις εργαζόµενοι για έναν ασφαλισµένο, ένα συνταξιούχο το 1950 και 1960, όταν θεµελιώθηκε το σύστηµα, διανεµητικό είναι, δεν είναι αναδιανεµητικό- περάσαµε στο 1,7 προς 1, 1,7 εργαζόµενοι για 1 συνταξιούχο. Πού θα πάει το σύστηµα αυτό, µε τι πόρους; Πώς θα συνεχίσουµε µε το σύστηµα αυτό; Πρέπει οπωσδήποτε να το αλλάξουµε και το αλλάζουµε µε µια σειρά από τρόπους. Η βασική µας αλλαγή είναι η δοµική αλλαγή και θα αναφερθώ σε αυτήν.

 

 

Κυρίες και κύριοι, θα καταθέσω τα στοιχεία που σχετίζονται µε τη γήρανση, θα καταθέσω την αναλογιστική µελέτη, την οποία, κύριε Μαρκόπουλε, κακώς την αµφισβητήσατε και, κύριε Βρούτση, επίσης, κακώς την αµφισβητήσατε. Έχω µαζί µου περίπου έξι ή επτά αναλογιστικές µελέτες της εθνικής αναλογιστικής αρχής που χρησιµοποίησαν όλες οι κυβερνήσεις της χώρας. ∆εν µπορεί να αµφισβητείται µια εθνική αρχή, η οποία επί όλων των κυβερνήσεων κάνει τη δουλειά της, πόσο µάλλον, κύριε Βρούτση, όταν αυτήν τη µελέτη την πιστοποίησε η ∆ιεθνής Οργάνωση Εργασίας, ο πιο αξιόπιστος διεθνής οργανισµός, σε ό,τι αφορά τις αναλογιστικές συνταξιοδοτικές µελέτες. Πιστοποιεί αυτήν τη στιγµή περίπου εκατό µελέτες σε όλον τον κόσµο. Με ποια στοιχεία την αµφισβητείτε; Τη θεωρείτε επιστηµονική έκθεση; Σφάλλετε και προσβάλλετε. ∆εν προσβάλλετε εµάς, προσβάλλετε τη ∆ιεθνή Οργάνωση Εργασίας. Να τα πείτε και στη Γενεύη αυτά. Με το να χαρακτηρίζετε αναξιόπιστη µια µελέτη η οποία βασίστηκε σε πίνακες τετρακοσίων σελίδων και κατέληξε σε πορίσµατα, έχετε θέµα και πρέπει να το δείτε, γιατί όποιος µιλάει, µιλάει και εκτός συνόρων. ∆εν τα λέει εδώ. Τα λέει και ακούγεται. Θα πρέπει να έχετε βάσιµα επιχειρήµατα.

 

 

Εµείς επειδή θέλουµε η Ελλάδα να επανέλθει στο δρόµο της αξιοπιστίας, απαιτούµε όλες µας τις µελέτες, πιστοποιηµένες από τον οποιονδήποτε, να τις αξιολογεί και η Επιτροπή Οικονοµικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και αυτό κάνουµε και µε την παρούσα, η οποία έγινε µε τα στοιχεία που κάναµε εµείς, ως στοιχεία του ασφαλιστικού, τον Φεβρουάριο του 2010, χωρίς τα στοιχεία του µνηµονίου. Και δείχνουν τα στοιχεία αυτά ότι τα επόµενα χρόνια, µέχρι και το 2060, το ‘20, το ’30, το ’40, ’50 και το ’60, η αύξηση της εθνικής συνταξιοδοτικής δαπάνης, δηλαδή του κράτους, των ταµείων, τις επικουρικές, όλα, δεν θα ξεπεράσει το 3% σε σχέση µε αυτό που είναι σήµερα. Αυτό είναι πολύ σηµαντικό για τους ασφαλισµένους και για την εθνική οικονοµία, διότι η ίδια εθνική αναλογιστική αρχή έδωσε τα στοιχεία στη EUROSTAT.

 

 

Εάν δεν παρεµβαίναµε η εθνική δαπάνη θα αυξανόταν κατά 12,5% του ΑΕΠ και θα άγγιζε το 24,5% του ΑΕΠ. Πού θα τα βρίσκαµε αυτά τα λεφτά; Τι λόγο θα είχε στην Αίθουσα ο Υπουργός των Εσωτερικών, για να κάνει πολιτική στην Τοπική Αυτοδιοίκηση; Ο Υπουργός Εθνικής Αµύνης, για να στηρίξει τη χώρα; Η Υπουργός Παιδείας, η Υπουργός Υγείας, τι πολιτικές θα έκαναν αυτοί µε µια χώρα που θα ήθελε το 24% του ΑΕΠ, για να πληρώνει συντάξεις;

Αυτά δείχνουν, συνάδελφοι της Νέας ∆ηµοκρατίας, οι µελέτες που έγιναν επί της διακυβερνήσεώς σας και επί της δική µας. Έλληνες είµαστε. Αυτό έπρεπε να ανατραπεί και η απόπειρα ριζικής ανατροπής δεν έγινε επί των ηµερών σας.

 

 

Αγαπητέ Πρόεδρε, κύριε Σιούφα, θέλω να θυµίσω -και θα καταθέσω και σχετικό πίνακα- ότι επί των ηµερών της προηγούµενης διακυβέρνησης ο µέσος όρος συνταξιοδότησης στην Ελλάδα µειώθηκε κατά δύο σχεδόν χρόνια. Με τις εθελούσιες που κάνατε, µε τις πελατειακές θέσεις που αποθεώσατε, κατέβηκε. Από 62,7% που παρέδωσε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ µε Υπουργό τον κ. Ρέππα, πήγε στο 61,3%. Και εµείς λέµε, ως µια εκ των αλλαγών που κάνουµε -και που κάνουµε µόνοι µας, χωρίς την παρέµβαση κανενός, γιατί έτσι έπρεπε να γίνει- είναι να ανέβουµε κατά δυο χρόνια, να πάµε στα 63,5 χρόνια. Να δουλέψουµε περισσότερο, χωρίς να αυξάνουµε τα γενικά όρια ηλικίας.

 

 

Αναφέροµαι στην τοποθέτηση του κ. Παπουτσή εχθές, ο οποίος µε λίγα λόγια, πολύ αφαιρετικά, πολύ επιγραµµατικά, αλλά πολύ εύστοχα, είπε ότι είχατε µια εξαετία πριν. Κανένας Έλληνας δεν έπαθε απώλεια πρόσφατης µνήµης. Όλοι θυµόµαστε αυτά τα έξι χρόνια. Και θέλω να θυµίσω και κάτι προσωπικό, γιατί είµαι εισηγητής αυτού του σχεδίου νόµου. Ότι στις ακρότητες µιας πολιτικής παράταξης που καλούσε τότε τον κ. Παπούλια να µην υπογράψει το νόµο, έλεγα ότι αυτό είναι πολιτικός σαλταδορισµός. Ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας δεν έχει καµµία ανάµειξη, ούτε στα διατάγµατα, ούτε στους νόµους. Έχει δέσµιες αρµοδιότητες και τις ασκεί, όπως ο νόµος για την ολοκλήρωση του κοινοβουλευτικού πολιτεύµατος -τις περιέγραψε τις αρµοδιότητες του- και όταν λέω νόµος εννοώ το Σύνταγµα από τη δεκαετία του ’80.

 

 

Πάµε λίγο παρακάτω. Επειδή η αναλογιστική µας µελέτη έδωσε ότι µπορούµε, αντί για 24,5% του ΑΕΠ, να φτάσουµε το 2060 στο 13,5%, που είναι σήµερα συν 3%, στο 16,5%, εµείς βάλαµε µια ρήτρα στο άρθρο 11 του νόµου, ότι ανά διετία θα εκπονούνται αναλογιστικές µελέτες από την Εθνική Αναλογιστική Αρχή, θα πιστοποιούνται από τη ∆ιεθνή Οργάνωση Εργασίας και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και βάσει αυτών, θα επαναπροσδιορίζουµε τις παροχές του συστήµατος. Το λέµε αυτό µε δύναµη, διότι φαίνεται ότι αν όλες οι αλλαγές µας περπατήσουν όπως τις σχεδιάζουµε και όπως έχουµε αρχίσει να τις εφαρµόζουµε, τότε θα είναι σε θέση η Ελλάδα να άρει ορισµένες σκληρές αποφάσεις που χρειάστηκε να πάρει σε συµπιεσµένο χρόνο, µέσα σε ένα τρίµηνο.

 

 

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, πήραµε αποφάσεις που δεν έπαιρνε η χώρα επί τριάντα χρόνια, σε χρόνο πολύ περιορισµένο. Πήραµε αποφάσεις ορισµένες εκ των οποίων ήταν δραµατικές, σκληρές και άδικες. Αυτό θα µπορούµε να το αλλάζουµε. Η ρήτρα γενικώς είναι στο άρθρο 11 και στο άρθρο 67 θα βρείτε µία ρήτρα επιδοµατική -κυρίες και κύριοι Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, αυτό προέκυψε από τις συζητήσεις µας- µία ρήτρα που λέει ότι µε βάση τη δηµοσιονοµική κατάσταση της χώρας και την οικονοµική µελέτη, όχι την αναλογιστική, της αρµόδιας διεύθυνσης του Υπουργείου Εργασίας, θα µπορούµε να αναπροσδιορίζουµε το επίδοµα των 800 ευρώ µε απόφαση του Υπουργού των Οικονοµικών και του Υπουργού Εργασίας. Είµαστε σε σίγουρο δρόµο. Η αναλογιστική µελέτη που εκπονούµε τώρα, µε βάση τα δεδοµένα του µνηµονίου, που είναι πολύ πιο σκληρά και πιο αυστηρά, δείχνει –και τον Αύγουστο θα την καταθέσουµε στην Εθνική Αντιπροσωπεία- ότι οι πολιτικές µας µπορούν να δώσουν θετικά αποτελέσµατα πολύ νωρίτερα.

 

 

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει επικρατήσει στην τρέχουσα συζήτηση µία, θα την έλεγα, λαγνεία του τρόµου. Όταν µιλάς για το ασφαλιστικό πιάνει, γιατί λες στον άλλον τι θα πάθει. Ότι θα µείνει στον δρόµο, ότι οι Υπουργοί είναι ανάλγητοι, ότι όλο κάτι κακό µηχανεύονται και πάνε να το σερβίρουν επικοινωνιακά, πρωί, µεσηµέρι, βράδυ. Το είπατε εσείς, αγαπητέ συνάδελφε της Νέας ∆ηµοκρατίας, κύριε Βρούτση, και µας το χρεώσατε. ∆εν είστε δίκαιος, διότι έχουµε στοχοποιηθεί επί πέντε ολόκληρους µήνες.

 

Ακούστηκαν,  λοιπόν,  πολλά  και  ανεύθυνα.   Στη ∆ιαρκή Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων όµως δεν τα λέγατε έτσι. Επικαλούµαι όλους τους συναδέλφους που συµµετείχαν εκεί, του ΠΑΣΟΚ αλλά και των άλλων κοµµάτων. Οι συνάδελφοι της Νέας ∆ηµοκρατίας δεν διακρίνονταν στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων από εµάς, από τους Βουλευτές του ΛΑΟΣ και ορισµένες φορές και από ορισµένους Βουλευτές της Αριστεράς, όσον αφορά την αγωνία. Βρήκαµε κοινό δρόµο, κοινούς τόπους. Αυτό δεν εκπεµπόταν τηλεοπτικά. Τηλεοπτικά εδώ ήµασταν κάποιοι άνθρωποι κακοί, οι οποίοι θέλαµε το κακό του κόσµου χωρίς κανέναν λόγο, έτσι, γιατί είµαστε φίλοι των καπιταλιστών ή διότι είµαστε πρόχειροι. Ο καθένας και κάτι έλεγε. Εµείς όµως δουλεύαµε και καταφέραµε να φέρουµε εδώ µία πρόταση η οποία συνοδεύεται από µελέτες που πιστοποιούν την επάρκεια των µέτρων και που συνοδεύονται και από µέτρα που θέλω να τα προτάξω και εγώ, για να µη θεωρείται ότι δηµαγωγώ, και από άδικα µέτρα που προσέθεσε το µνηµόνιο.

 

 

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, καταθέτω τις προτάσεις µας στον κοινωνικό διάλογο στις 9 Φεβρουαρίου που αποτυπώνουν πώς βλέπουµε το ασφαλιστικό σύστηµα της χώρας και ποιες πρέπει να είναι οι αλλαγές. Σας έχει διανεµηθεί από τον Μάρτιο. Σας έχω διανείµει

όλες τις εισηγήσεις στον κοινωνικό διάλογο. Την ξανακαταθέτω για να την αποµονώσω και να τη δείτε. Θα δείτε ότι το 90% του σχεδίου νόµου είναι εδώ, στις προτάσεις µας του Φεβρουαρίου, που κατατέθηκαν µάλιστα πριν το Συµβούλιο Υπουργών Οικονοµικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης κάνει, για πρώτη φορά στην ιστορία της Ένωσης, προτάσεις σε µία χώρα για το συνταξιοδοτικό της σύστηµα, λόγω υπερβολικού ελλείµµατος που κάποιοι µας είχαν οδηγήσει. Εσείς, λένε αυτοί οι κάποιοι. Εµείς; Τέλος Νοεµβρίου έγινε η υποβάθµιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους τρεις διεθνείς µεγαλύτερους σχετικούς οίκους. Τα πράγµατα είχαν πάρει µία δραµατική πορεία.

 

 

Εν πάση περιπτώσει, όµως, στα χέρια µας έσκασε αυτό, εµείς έπρεπε να το χειριστούµε. Οι προτάσεις µας είναι εκεί. Πριν µπει το ΕΚΟΦΙΝ. Πριν γίνει το µνηµόνιο. Και θα δείτε ότι το σχέδιο νόµου θεµελιώνεται εκεί. Ήρθε όµως και αυτή η συµφωνία, ο εθνικός συµβιβασµός για τη διάσωση της χώρας. Εκεί προβλέφθηκαν µέτρα σκληρά. Αυτό που αναφέρατε όλοι, οι Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ πριν απ’ όλους, και στις δικές µας διαδικασίες πριν απ’ όλους, το ζήτηµα µίας απότοµης προσαρµογής στα όρια ηλικίας. Αυτό δεν ήταν επιλογή του Υπουργείου Εργασίας ούτε της Κυβέρνησης. Αυτό κατέστη όρος των δανειστών. Θα µου πει κάποιος που δεν ξέρει ούτε από ευρωπαϊκές, ούτε από διεθνείς σχέσεις, ούτε από τις δραµατικές δυσκολίες «και γιατί το δέχθηκες;». ∆ιότι, στη συζήτηση ο δανειζόµενος αρνείται ορισµένα πράγµατα. Αρνηθήκαµε να παγώσουν οι αιτήσεις συνταξιοδότησης που κατατέθηκαν το 2010 και να κριθούν µε το νέο σύστηµα. Το αρνηθήκαµε. Αρνηθήκαµε την περικοπή του δέκατου τρίτου και του δέκατου τέταρτου µισθού στον ιδιωτικό τοµέα. Ως δανειζόµενοι αρνηθήκαµε. Όµως και η άλλη πλευρά, ειδικά όταν είναι η δανείστρια πλευρά έχει απόψεις για τη συµφωνία που θα κάνεις µαζί της για να δανειστείς, έξω από τις αγορές. Αυτήν την απότοµη και βίαιη προσαρµογή, όπως την περικοπή της δέκατης τρίτης και δέκατης τέταρτης σύνταξης, τις δεχθήκαµε στο πλαίσιο αυτού του συµβιβασµού. ∆εν τις προτείναµε εµείς. Έχουµε πάρει απόσταση από την πρώτη στιγµή και έχουµε πει ότι εάν τα καταφέρουµε, εάν ορθοποδήσουµε, εάν η χώρα ξαναβρεί τον δρόµο της αξιοπιστίας, εάν µας πιστεύουν, διότι δεν µας πιστεύουν, λόγω της άθλιας διακυβέρνησης σε ό,τι αφορά τους αριθµούς, σε ό,τι αφορά την παροχή στοιχείων –δεν µπορεί να είναι ∆ευτέρα και εσύ να λες ότι είναι Τρίτη, δεν µπορεί οι δαπάνες να είναι είκοσι και να λες ότι είναι δέκα, πρέπει να λες αυτό που είναι- όταν η χώρα ξαναέλθει εκεί, τότε έχουµε πολλές δυνατότητες να άρουµε πολλές από τις αδικίες και να τις εξοµαλύνουµε.

 

Πάντως, πέραν αυτών των αρνητικών που τα οµολογώ, τα δέχοµαι, έτσι είναι, ποιος θα κοροϊδέψει παραποιώντας την αλήθεια, ποιόν; ∆εν νοµίζω ότι έχουµε τέτοιες πολυτέλειες σήµερα στην Ελλάδα. Έχουµε µία σειρά από µέτρα, αλλά δεν έχω το χρόνο, θα τα αναπτύξω αύριο. Θα µου επιτρέψει η κ. Νικολαΐδου να τα δώσω µε τίτλους. Χωρίζουµε τη σύνταξη σε βασική και ανταποδοτική. Ο καθένας, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, θα ξέρει δικαιώµατα και υποχρεώσεις. Τί χρωστάει το κράτος. Όχι µε το µάτι και κατά τις δυνατότητες του Υπουργού Οικονοµικών. Ποια είναι η οφειλή του. ∆εύτερον, τι οφείλει ο εργοδότης και τι ο εργαζόµενος. Και αυτό που λέει η Νέα ∆ηµοκρατία ότι αποθαρρύνουµε την ένταξη στο σύστηµα, είναι λάθος. Εµείς µε αυτό το σύστηµα κάνουµε φύλακα του ενσήµου τον εργαζόµενο, καθότι πρέπει να συµπληρώσει χρόνια ασφάλισης και µην αναφέρεστε στα παραδείγµατα των δεκαπέντε ετών ασφάλισης που στα εξήντα πέντε οδηγούν ένα στην σύνταξη. Τα άλλα χρόνια τι τα έκανε; Επειδή δεν του εχρειάζοντο, τα διέθετε µε τον εργοδότη όπως ήθελε. Πρέπει µε αυτά να τελειώνουµε γιατί δεν γίνεται αλλιώς, δεν έχουµε την πολυτέλεια να περιµένουµε άλλο. Φύλακας του ενσήµου του είναι ο εργαζόµενος και µάλιστα και µε τις αναγνωρίσεις πλασµατικού χρόνου, τις οποίες κάναµε και θα τις αναπτύξουµε αύριο µε πιο συγκεκριµένους όρους, δώσαµε πάρα πολλές δυνατότητες και καταφέραµε να έχει όρους κοινωνικής δικαιοσύνης.

 

 

Πουθενά δεν είναι κεφαλαιοποιητικό. Όποιος το λέει αυτό ή έχει πολιτικές εµµονές ή σφάλλει επειδή δεν καταλαβαίνει. Κεφαλαιοποιητικά στοιχεία το σύστηµα αυτό δεν έχει, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ούτε και τα κεφάλαια υπάρχουν για να υπάρξουν κεφαλαιοποιητικά συστήµατα. ∆ουλεύουµε µε τα προβλήµατά µας. ∆εν δουλεύουµε µε τις αυθαιρεσίες του µυαλού µας. Έχουµε αύξηση της αναλογικής από τους φορείς της κοινωνικής ασφάλισης µε κριτήρια αντικειµενικά. Έχουµε διαχωρισµό υπηρεσιών υγείας µε υπηρεσίες συνταξιοδότησης. Συντάξεις µε υπηρεσίες πρόνοιας. Έχουµε το εργόσηµο, που στοχεύει να ασφαλίσει την περιστασιακή εργασία. Έχουµε τελικά ένα δηµόσιο σύστηµα υποχρεωτικό, καθολικό, βιώσιµο, δικαιότερο από το προηγούµενο και διαφανές.

 

 

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, µε αυτήν τη µεγάλη διαρθρωτική αλλαγή, µε αυτήν την αλλαγή, που το πολιτικό σύστηµα της χώρας δίστασε να την κάνει εδώ και δεκαετίες, εξασφαλίζουµε τους συνταξιούχους, εξασφαλίζουµε την επόµενη γενιά. ∆εν τη χρεώνουµε κι άλλο. ∆ουλεύουµε για αυτήν. Και προσπαθούµε, επειδή το θέµα απέκτησε λόγω αβελτηρίας τεράστιες δηµοσιονοµικές διαστάσεις, µε την αλλαγή του ασφαλιστικού να επαναφέρουµε και την Ελλάδα και από δηµοσιονοµικής πλευράς στο δρόµο της ανάπτυξης, της αξιοπιστίας και της ευηµερίας. Καλούµε την Εθνική Αντιπροσωπεία µετά την επεξεργασία να στηρίξει αυτήν την προσπάθεια. Θα βοηθήσει και τους ασφαλισµένους, και τους συνταξιούχους και τον τόπο».

 

(…)

 

Τοποθέτηση του υπουργού Εργασίας Α. Λοβέρδου, μετά την ομιλία του προέδρου του ΛΑΟΣ, Γ. Καρατζαφέρη:

 

 

«Κύριοι συνάδελφοι, πολιτική απάντηση επί του θέµατος θα δώσει ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ κ. Παπουτσής. Ζητώ το λόγο για ένα θέµα κυβερνητικής πολιτικής.

 

Κύριε Πρόεδρε, παρακολουθώ µε πολύ µεγάλο ενδιαφέρον όλες τις τοποθετήσεις σας. Παρεµβαίνω για να δώσω µια διευκρίνιση. Κρίνατε θετικά –και αυτό για εµάς είναι πολύ καλό- τη µείωση της εξαγοράς πλασµατικού χρόνου εργασίας και κάνατε την αντίστιξη δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα, ο οποίος είναι τρεις φορές ακριβότερος από το δηµόσιο. Η παρέµβαση που κάνουµε αφορά τη µείωση της εξαγοράς στον ιδιωτικό τοµέα µέχρι και 50%, ούτως ώστε να έρθει πολύ κοντά ο ιδιωτικός στο δηµόσιο τοµέα. Κινηθήκαµε, δηλαδή, στην κατεύθυνση που και εσείς λέτε.

 

Σε ό,τι αφορά τώρα την πολύ γενικότερη παρατήρησή σας: Εγώ υπήρξα µέλος της κυβέρνησης Σηµίτη και θυµάµαι τη χώρα να απολαµβάνει διεθνούς αξιοπιστίας, θυµάµαι να έχει αναλάβει τα σηµαντικότερα εγχειρήµατα για εκείνη την εποχή –τους Ολυµπιακούς Αγώνες, την πολύ σηµαντική Προεδρεία εν µέσω του άδικου πολέµου στο Ιράκ- θυµάµαι την Ελλάδα στο δρόµο της ανάπτυξης. Είµαι µέλος της Κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου, γιατί πιστεύω, κύριε Πρόεδρε –και σας το λέω ειλικρινά αυτό- ότι ο Γιώργος Παπανδρέου θα βγάλει τη χώρα από το λαγούµι που βρίσκεται αυτήν τη στιγµή, θα την επαναφέρει στο δρόµο της ευηµερίας. Γι’ αυτό παλεύουµε µαζί του να ανατάξουµε τη χώρα και να επαναφέρουµε τον Έλληνα πολίτη στην ευηµερία».

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *