08/07/2012 – Γ. Στουρνάρας: «Πράγµατι, υποτιµήθηκαν από όλους µας και κυρίως από την Τρόϊκα, οι επιπτώσεις της δηµοσιονοµικής προσαρµογής και της πιστωτικής στενότητας»

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ
Με τον Δημήτρη Μαρούλη

 

 

«Θα προτείνουμε χρονική μετάθεση του στόχου της περαιτέρω μείωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος πέραν του 2014, προκειμένου να αποφευχθεί η βαθύτερη ύφεση και η μεγαλύτερη ανεργία σε σχέση με τα αρχικά δεδομένα», δήλωσε από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας, επαναλαμβάνοντας πως «η διαπραγμάτευση πρέπει να έχει αναγκαστικά συναινετικό χαρακτήρα», καθώς «αυτή η επιμήκυνση απαιτεί πρόσθετη χρηματοδότηση από τη διεθνή κοινότητα».

 

Ο κ. Στουρνάρας υποστήριξε ότι οι συνολικοί πόροι που διατίθενται στην Ελλάδα, από τους επίσημους μηχανισμούς χρηματοδότησης, μαζί με τα χρήματα που διατίθενται για την επιβίωση των τραπεζών, καθώς και τους μη δανειακούς πόρους από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους πόρους για τη στήριξη των αγροτών, ανέρχονται στα 500 δισ. ευρώ: «Είναι το μεγαλύτερο πακέτο βοήθειας που έχει δοθεί ποτέ σε χώρα, στην ιστορία», είπε ο υπουργός και έσπευσε να υπογραμμίσει προς όσους αμφισβητούν την προωθούμενη οικονομική πολιτική, ότι «χωρίς τη χρηματοδότηση αυτή η κοινωνική ζωή στον τόπο μας θα ήταν πολύ χειρότερη από τη σημερινή, το επίπεδο της ευημερίας θα είχε γυρίσει περίπου στο 1960».

 

Σε άλλο σημείο της παρέμβασής του, ο υπουργός Οικονομικών αφού παραδέχθηκε ότι η δημοσιονομική πολιτική που υιοθετήθηκε τα τελευταία χρόνια «έχει επιδράσει υπερμέτρως αρνητικά στην οικονομική δραστηριότητα», αλλά και πως «υποτιμήθηκαν απ’ όλους μας και κυρίως από την Τρόικα οι επιπτώσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής και της πιστωτικής στενότητας ενώ πράγματι οι κυρίαρχες σήμερα δυνάμεις στην Ευρωζώνη έθεσαν ως απόλυτη προτεραιότητα μόνο την εξάλειψη των ελλειμμάτων και όχι την ανάπτυξη», επισήμανε: «Ναι, υπάρχει κάποιο άλλο μείγμα πολιτικής και διαπραγματευτικής συμπεριφοράς, το οποίο μπορεί να είναι λιγότερο οδυνηρό για τον ελληνικό λαό, περισσότερο αποτελεσματικό και συνάμα αποδεκτό στη διεθνή κοινότητα, που μας στηρίζει χρηματοδοτικά και πολύ γενναία».

 

«Πρέπει να ομολογήσουμε ότι όλοι μας δεν καταφέραμε να δημιουργήσουμε το απαιτούμενο κλίμα που θα ξεδίπλωνε εποικοδομητικά και προς τη σωστή κατεύθυνση τις δυνατότητες των πολιτών μας. Πρέπει να παραδεχθούμε ότι τα τελευταία 2,5 χρόνια παραμένουμε θεατές στις εξελίξεις αυτές, χωρίς να συμμετέχουμε ενεργά στην εθνική προσπάθεια για έξοδο της χώρας από την κρίση», κατέληξε ο Γ. Στουρνάρας.

 

Το πλήρες κείμενο της τοποθέτησης του υπουργού Οικονομικών στη Βουλή, έχει ως εξής:

 

«Το βασικό ερώτηµα που προκύπτει από τη συζήτηση εχθές και σήµερα είναι το ακόλουθο: Υπάρχει κάποιο άλλο µείγµα οικονοµικής πολιτικής και διαπραγµατευτικής συµπεριφοράς, το οποίο µπορεί να είναι λιγότερο οδυνηρό για τον ελληνικό λαό, περισσότερο αποτελεσµατικό και συνάµα αποδεκτό στη διεθνή κοινότητα, που στηρίζει χρηµατοδοτικά τη χώρα µας, µε την εφαρµογή του οποίου η χώρα µας µπορεί να βγει από την κρίση, παραµένοντας όµως, όπως η µεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού καταγράφεται ότι επιθυµεί, µέλος της Ευρωζώνης;

 

Πριν προσπαθήσω να σας απαντήσω στο ερώτηµα αυτό, θεωρώ χρήσιµο να σας υπενθυµίσω το ύψος της χρηµατοδότησης το οποίο η Ευρωζώνη και η διεθνής κοινότητα παρέχουν στη χώρα µας µετά τον πλήρη αποκλεισµό της από τις διεθνείς αγορές το Μάιο του 2010. Οι συνολικοί πόροι λοιπόν που διατίθενται από τους επίσηµους µηχανισµούς χρηµατοδότησης, µαζί µε τα χρήµατα που διατίθενται για την επιβίωση των ελληνικών τραπεζών, καθώς και τους µη δανειακούς πόρους από τα διαρθρωτικά ταµεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους πόρους για τη στήριξη των αγροτών, ανέρχονται στο ιλιγγιώδες ποσό των 500.000.000.000 ευρώ, δηλαδή παραπάνω από 250% του ΑΕΠ. Είναι το µεγαλύτερο πακέτο βοήθειας που έχει ποτέ δοθεί σε χώρα στην ιστορία.

 

Τα τελευταία µάλιστα δάνεια που έχει χορηγήσει η διεθνής κοινότητα προς την Ελλάδα διακρίνονται από επιτόκια της τάξης του 3,5%, όπως σας είπα και χθες και από πολύ µακρά περίοδο αποπληρωµής. Χωρίς τη χρηµατοδότηση αυτή η οικονοµική και κοινωνική ζωή στον τόπο µας θα ήταν πολύ χειρότερη από τη σηµερινή, αφού το επίπεδο ζωής των πολιτών µας και µάλιστα των φτωχότερων στρωµάτων του πληθυσµού, θα έπρεπε να προσαρµοστεί στους πολύ µικρότερους διαθέσιµους πόρους. Απλά οι αγορές είναι κλειστές. Χωρίς τα χρήµατα αυτά από τους µηχανισµούς, το επίπεδο της ευηµερίας θα είχε γυρίσει περίπου στο 1960.

 

Τα παραπάνω βέβαια δεν σηµαίνουν ότι το µείγµα οικονοµικής πολιτικής που έχει ακολουθηθεί τα τελευταία χρόνια είναι το πλέον κατάλληλο, αφού είναι βέβαιο ότι η δηµοσιονοµική πολιτική που υιοθετήθηκε έχει επιδράσει υπερµέτρως αρνητικά στην οικονοµική δραστηριότητα. Μέρος της ευθύνης αποδίδεται στο ότι δεν κατορθώσαµε να προωθήσουµε τις κατάλληλες µεταρρυθµίσεις, ιδιαίτερα τις ιδιωτικοποιήσεις, γι’ αυτό και πρέπει να τις κάνουµε τώρα.

 

Δεύτερον, πρέπει να οµολογήσουµε ότι όλοι µας δεν καταφέραµε να δηµιουργήσουµε το απαιτούµενο κλίµα που θα ξεδίπλωνε εποικοδοµητικά και προς τη σωστή κατεύθυνση τις δυνατότητες των πολιτών µας. Πρέπει να παραδεχθούµε ότι τα τελευταία δυόµισι χρόνια παραµένουµε θεατές στις εξελίξεις αυτές χωρίς να συµµετέχουµε ενεργά στην εθνική προσπάθεια για έξοδο της χώρας από την κρίση.

 

Τρίτον, πράγµατι υποτιµήθηκαν από όλους µας και κυρίως από την Τρόικα, οι επιπτώσεις της δηµοσιονοµικής προσαρµογής και της πιστωτικής στενότητας, ενώ πράγµατι οι κυρίαρχες σήµερα δυνάµεις στην Ευρωζώνη έθεσαν ως απόλυτη προτεραιότητα µόνο την εξάλειψη των ελλειµµάτων και όχι την ανάπτυξη.

 

Η απάντηση λοιπόν στο βασικό ερώτηµα αυτών των δύο ηµερών είναι ότι ναι, φαίνεται να υπάρχει κάποιο άλλο µείγµα οικονοµικής πολιτικής και διαπραγµατευτικής συµπεριφοράς, το οποίο µπορεί να είναι λιγότερο οδυνηρό για τον ελληνικό λαό, περισσότερο αποτελεσµατικό και συνάµα αποδεκτό στη διεθνή κοινότητα που µας στηρίζει χρηµατοδοτικά και πολύ γενναία µάλιστα, διότι µια δηµοσιονοµική προσαρµογή χωρίς άµεσες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες κάνει την περίοδο προσαρµογής µακρύτερη και πιο επώδυνη από όση θα µπορούσε να είναι.

 

Τι πρέπει λοιπόν να κάνουµε προς την κατεύθυνση αυτή; Πρέπει πρώτα να σκεφτούµε ρεαλιστικά και µε σύνεση. Η Ελλάδα είχε ήδη µπει σε ύφεση και µάλιστα σε βαθιά ύφεση πριν έρθει η τρόικα την άνοιξη του 2010. Γι’ αυτόν το λόγο αναχρονιστικές πολιτικές που ορισµένοι σήµερα επιθυµούν να επαναφέρουν, είναι βέβαιο ότι θα επιδεινώσουν κι άλλο την ύφεση.

 

Το ζητούµενο σήµερα είναι να ανακτήσουµε την αξιοπιστία µας, να επιδιώξουµε τη σύζευξη δηµοσιονοµικής προσαρµογής και οικονοµικής ανάπτυξης µέσω επενδύσεων, ιδιωτικών και δηµοσίων, αποκρατικοποιήσεων, να επιδιώξουµε επίσης την αναγνώριση των δυσµενών επιπτώσεων της ύφεσης, προσαρµόζοντας το ακολουθούµενο Πρόγραµµα Δηµοσιονοµικής Προσαρµογής. Κυρίως όµως πρέπει να παραµείνουµε αξιόπιστοι συνδιαµορφωτές της οικονοµικής πολιτικής, όταν η Ευρωζώνη αρχίσει -που έχει αρχίσει ήδη- να συζητά µείζονες αλλαγές οµοσπονδιακού χαρακτήρα.

 

Με λίγα λόγια, πράγµατι θα προτείνουµε χρονική µετάθεση του στόχου τής περαιτέρω µείωσης του δηµοσιονοµικού ελλείµµατος πέραν του 2014, προκειµένου να αποφευχθεί η βαθύτερη ύφεση και η µεγαλύτερη ανεργία σε σχέση µε τα αρχικά δεδοµένα.

 

Ποια είναι η δυσκολία όµως; Η δυσκολία είναι ότι αυτή η επιµήκυνση απαιτεί πρόσθετη χρηµατοδότηση από τη διεθνή κοινότητα. Για το λόγο λοιπόν αυτό η διαπραγµάτευση πρέπει να έχει αναγκαστικά συναινετικό χαρακτήρα».

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *