
Η σχέση με τους οδηγούς και ιδιοκτήτες ταξί πολυετής. Καθημερινός πελάτης από το πρωί ως και το βράδυ. Το ταξί στην Αθήνα, μας ενώνει σε συνθήκες χάους.
Στο κέντρο μπορεί κανείς να το βρει σηκώνοντας το χέρι. Είναι μάλλον εύκολο. Στα προάστια όμως χρειάζεσαι στρατηγική. Πρέπει να μπεις στην εφαρμογή ή να καλέσεις 5ψήφιο αριθμό.
Στην πρώτη επιλογή, την ηλεκτρονική, πρέπει να βεβαιωθείς πως το στίγμα στο κινητό συμπίπτει γεωγραφικά με το σημείο που βρίσκεσαι. Το πλεονέκτημά του, είναι πως μπορείς να γνωρίζεις τα στοιχεία του οδηγού και της διαδρομής και να πληρώσεις ηλεκτρονικά, μέσω κάρτας.
Για τη νύχτα είναι μια εξαιρετική επιλογή. Τι γίνεται όμως την μέρα όταν οι οδηγοί κλείνουν την εφαρμογή, μην αντέχοντας τις επιβαρύνσεις.
Δεν βρίσκεις ταξί στα προάστια.
Υπάρχει η λύση των πενταψήφιων υπηρεσιών. Η ανταπόκριση είναι συνήθως εντός 10 λεπτών των οδηγών, αλλά ως καταναλωτής έχεις ήδη δεχθεί τη χρέωση της αναμονής στο τηλέφωνο, καλώντας την υπηρεσία. Έχεις τη δυνατότητα ηλεκτρονικής πληρωμής, αλλά δεν είναι πολλά τα ταξί που δέχονται πιστωτική κάρτα.
Οπότε εκεί επιστρέφεις στο μαρτύριο των ψιλών. Μέσα στη νύχτα δεν υπάρχουν ρέστα από 20εύρω
Με τον ένα ή άλλο τρόπο βρίσκεις πάντα (;)τη λύση για την επιστροφή σου.
Ένα ταξί παρακαλώ.
Δεν είναι ένα δύσκολο βιβλίο. Είναι όμως άκρως επίκαιρο και εξηγεί όχι μονο αυτό που συμβαίνει τώρα με την πανδημία της COVID-19, αλλά και τις πολιτικές των κρατών, των αρχών και των γιατρών. “Η μεγάλη γρίπη του 1918” είναι το βιβλίο του δρ. Freddy Vinet, καθηγητή Γεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο Paul -Valery Montpellier3 και παρουσιάζει το χρονικό της γρίπης, που ονομάστηκε “ισπανική”- αλλά ίσως ήταν αμερικάνικη- και οδήγησε στον θάνατο πενήντα με εκατό εκκατομύρια ανθρώπους, σε όλο τον πλανήτη από τον Απρίλιο του 1918 ως τον Ιούνιο του 1919.
Η πολιτική (και η τηλεοπτική ηγεσία) του τόπου αρνήθηκε τους κρίσιμους μήνες του Καλοκαιριού και ενώ η COVID-19 κυκλοφορούσε αναμέσα μας- να μεταδώσει το μήνυμα της μάσκας, των αποστάσεων μεταξύ των ανθρώπων, της Θείας Κοινωνίας του φιλήματος των εικόνων στην εκκλησία, των αγκαλιών και όλα όσα τώρα θα ζητήσουν από την κοινωνία ξανά υπό τη μορφή των μέτρων. 
“Τι ωραίο πλιάτσικο!”. Οι εκδόσεις Πόλις πριν από 20 και πλέον χρόνια προσέφεραν στο αναγνωστικό κοινό το βιβλίο του Τζόναθαν Κόου, που κατέγραφε τη διάλυση της βρετανικής κοινωνίας, δια της παράδοσής της στον άκρατο νεοφιλελευθερισμό. Η καταστροφή ξεκινάει από τα δημόσια νοσοκομεία και με την αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες για τον ευρύ πληθυσμό, μέσα από την ιστορία μιας οικογένειας. Αυτό που σήμερα βιώνει η Μ. Βρετανία, το δράμα της πανδημίας και η πολιτική επιλογή του brexit έχει τις ρίζες του, στις επιλογές που έγιναν τη δεκαετία του 1980.